Περί αξιολόγησης, γράφει ο Γιώργος Πένταρης

ΑΡΘΡΟΓΡΑΦΙΑ - ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ
Περί αξιολόγησης, γράφει ο Γιώργος Πένταρης

Με αφορμή την απεργία των εκπαιδευτικών την περασμένη Τετάρτη 15/2/23 λόγω αντίθεσής τους με την αξιολόγησή τους, που ευτυχώς επιμένει το Υπουργείο Παιδείας, αποφάσισα να γράψω αυτό το άρθρο. Σε παλαιότερα άρθρα μου έχω αναφερθεί περιστασιακά για το ζήτημα της αξιολόγησης στο δημόσιο τομέα, αλλά όχι αποκλειστικά όπως τώρα.

Λοιπόν το θέμα της άρνησης αξιολόγησης από μεγάλη μερίδα των δημοσίων υπαλλήλων είναι παγκόσμια Ελληνική πρωτοτυπία και δείγμα μεγάλης έλλειψης εμπιστοσύνης του πολίτη απέναντι στην συντεταγμένη πολιτεία. Λόγω τη θητείας μου στο δημόσιο, έχω αξιολογηθεί και έχω, ως προϊστάμενος, αξιολογήσει το προσωπικό ευθύνης μου. Υπεύθυνες για το πρόβλημα είναι και οι δύο πλευρές με κύρια αιτία την απουσία εμπιστοσύνης μεταξύ των. Η απουσία εμπιστοσύνης ήρθε σταδιακά στη δημόσια διοίκηση λόγω των παρεμβάσεων όλων των κυβερνήσεων στην φυσική εξέλιξη των δημοσίων υπαλλήλων και στην αποδέσμευση της απόδοσης από τον μισθό λόγω του ενιαίου μισθολογίου.
Η ισοπέδωση που έγινε στην αξιοκρατία για την κατάληψη θέσεων οργανικών μονάδων στο δημόσιο από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ. και σε συνδυασμό με το ενιαίο μισθολόγιο, είχε τα εξής αποτέλεσματα – όπως ήταν επόμενο:
Πρώτον, εξίσωσε την αμοιβή του υπαλλήλου που δούλευε συνειδητά και με συνέπεια στο ωράριό του, με τον κοπανατζή ή τον αδιάφορο.
Δεύτερον, ανατρέποντας τη φυσική εξέλιξη και προαγωγή του υπαλλήλου, απωλέσθηκε η εμπιστοσύνη και η εκτίμηση του προσωπικού απέναντι στους προϊσταμένους που όχι μόνο διορίστηκαν με κομματικά κριτήρια, αλλά ήταν και μειωμένων προσόντων. Καταλαβαίνετε δηλαδή την αντίδραση υπαλλήλων που είχαν όχι μόνο προσόντα, αλλά και αυξημένα, να δέχονται εντολές από κατωτέρους τους που κατείχαν την θέση μόνο με κομματικά κριτήρια.

Θυμάμαι στην Διεύθυνση που υπηρετούσα ήταν δύο συνάδελφοι, παλαιότεροι από εμένα, που εναλλάσσονταν στην θέση του διευθυντή ανάλογα με το κόμμα που κυβερνούσε. Ο ένας εξ αυτών μου παραπονέθηκε κάποτε ότι έχασε την θέση του επειδή άλλαξε η κυβέρνηση και του απάντησα το εξής: Αν ερχόταν ένας «αρειανός» και ρωτούσε τον νυν διευθυντή σε ποιο κόμμα ήταν, θα καταλάβαινε αμέσως από την απάντησή του ποιο κόμμα ήταν στην κυβέρνηση.
Αυτές τις εναλλαγές τις έχω ζήσει άπειρες φορές στη θητεία μου στο δημόσιο. Όλη αυτή η απώλεια εμπιστοσύνης και ελέγχου έφερε και την ελαχιστοποίηση της πειθαρχίας. Δεν θυμάμαι ποτέ να έχει επιβληθεί μείωση μισθού για απουσίες ή κοπάνες στο δημόσιο αλλά ούτε και για καθυστερήσεις στην εκτέλεση του έργου των δημοσίων υπαλλήλων. Φτάσαμε στο σημείο να ψηφίζεται νόμος που να λέει ότι αν το δημόσιο δεν αποφασίσει σε εύλογο χρονικό διάστημα π.χ. σαράντα μέρες, η απόφαση είναι υπέρ του πολίτη! Αυτό για να αναγκάσει τον δημόσιο υπάλληλο να προχωρήσει το θέμα γιατί διαφορετικά θα πήγαινε στις καλένδες.

Ακόμη θυμάμαι το εξής τραγελαφικό: Τρεις μήνες αφ’ ότου έπιασα δουλειά, έτυχε να ζητηθεί να γίνει κάτι εκτός της κανονικής μας ρουτίνας, αλλά όμως μέσα στο ωράριο. Τότε συστήθηκε μια επιτροπή με έξτρα αμοιβή για να κάνουμε την δουλειά μέσα στο ωράριό μας, πράγμα αδιανόητο για τον ιδιωτικό τομέα όπως ήξερα από εταιρείες που είχα δουλέψει.
Άρα λοιπόν έχουμε ως δεδομένο ότι δεν υπάρχει εμπιστοσύνη μεταξύ υπαλλήλων και διοίκησης σε όλους τους φορείς του δημοσίου, αλλά και έλλειψη πειθαρχίας. Αυτή η απώλεια της εμπιστοσύνης είναι που έχει πάει πίσω την αξιολόγηση στο δημόσιο. Το Υπουργείο Εσωτερικών έχει επιλέξει την τακτική της μη σύγκρουσης και την με σταδιακά βήματα εφαρμογή της αξιολόγησης παρά του ότι η άρνησή της βάσει του νόμου είναι πειθαρχικό παράπτωμα.
Αλλά δεν είναι μόνο αυτό, είναι και η μέθοδος αξιολόγησης, η οποία στηρίζεται, παρά τα οργανογράμματα και την στοχοθεσία, σε υποκειμενικά καθαρά κριτήρια. Δεν γίνεται μέτρηση της απόδοσης παρά την ύπαρξη της πληροφορικής, που έχει την δυνατότητα αντικειμενικής μέτρησης και κατά συνέπεια αξιόπιστης αξιολόγησης.
Όταν εφαρμόστηκε η αξιολόγηση για πρώτη φορά το 2019 για τα πεπραγμένα του έτους 2018, σε πολλές αξιολογήσεις παρατηρήθηκε μεγάλη διαφορά μεταξύ των δύο αξιολογητών και τα φύλλα πέρασαν από ειδική επιτροπή, της οποίας ήμουν μέλος ώστε να μπει η τελική βαθμολογία. Τότε διάβασα σε μια αξιολόγηση που είχε πάρει 99/100 το εξής καταπληκτικό. «Είναι καλό παιδί και ικανός υπάλληλος αλλά δεν του δόθηκε η ευκαιρία να δείξει το προσόντα του»!!! Εν τω μεταξύ πολλοί υπάλληλοι που ήταν αδιάφοροι και δεν έκαναν τίποτα, επέμεναν φορτικά να πάρουν καλή βαθμολογία και πολλές φορές χάλασαν σχέσεις μεταξύ του προσωπικού. Το μόνιμο επιχείρημα του αρνητή της αξιολόγησης είναι ότι ο προϊστάμενός του αξιολογητής δεν τον γουστάρει και του βάζει μικρό βαθμό.

Από την άλλη πλευρά το Υπουργείο, σε όλες τις εγκυκλίους για αξιολόγηση, δεν αναφέρει την υποχρεωτική χρήση των Τεχνολογιών Πληροφορικής. Για παράδειγμα, το σύστημα ηλεκτρονικής αρχειοθέτησης και διακίνησης εγγράφων, καταγράφει με κάθε λεπτομέρεια πότε ένα υπάλληλος πήρε ένα έγγραφο για «Ενέργεια» και πότε το προώθησε στο επόμενο ιεραρχικό επίπεδο. Το σύστημα ενταλμάτων καταγράφει με κάθε λεπτομέρεια πόσα εντάλματα έχει εκτελέσει ο κάθε υπάλληλος ανά ημέρα, μήνα κτλ. Και σε αυτό το σημείο υπάρχει αντίθεση των υπαλλήλων με το επιχείρημα ότι ένας μπορεί να παράγει πολλά απλά έγγραφα, ενώ άλλος παράγει λίγα και δύσκολα, άρα το πλήθος εγγράφων δεν είναι κριτήριο. Ξεχνάνε όμως ότι υπάρχουν μαθηματικές μέθοδοι που εξομαλύνουν αυτές τις πιθανές ανισότητες.
Ακόμη ένα άλλο θέμα που έχει παραβλέψει το Υπουργείο είναι η απουσία εκπαίδευσης των προϊσταμένων Δ/νσεων και Τμημάτων για το πώς θα κάνουν αξιολόγηση. Επ’ αυτού βγαίνει μια εγκύκλιος ότι πρέπει να γίνει αξιολόγηση και that’s it… Δεν γίνονται έτσι οι δουλειές.

Θεωρώ λοιπόν ότι το θέμα της αξιολόγησης έχει ξεκινήσει λανθασμένα από το Υπουργείο Εσωτερικών. Η γνώμη μου, που πολλοί φίλοι μου δημόσιοι υπάλληλοι με κοινή λογική ασπάζονται, είναι ότι η αξιολόγηση θα έπρεπε να αρχίσει από την κορυφή προς την βάση και σε χρονικό εύρος δεκαετίας ή τουλάχιστον δύο κυβερνητικών θητειών. Σε μια ιδιωτική εταιρεία π.χ. σε ένα διαγνωστικό κέντρο, γνωρίζετε όλοι ότι υπάρχει ένα κουτάκι στον χώρο υποδοχής όπου μπορείς να ρίξεις μέσα το φύλλο αξιολόγησης, το οποίο είναι διαθέσιμο δίπλα στο κουτί. Θυμηθείτε το «κυτίον παραπόνων»…. Από κάτι τέτοιο θα έπρεπε να ξεκινήσει η αξιολόγηση στο δημόσιο.
Συνεπώς λοιπόν η κάθε δημόσια υπηρεσία θα μπορούσε να έχει κάτι ανάλογο και να αξιολογείται από τους πελάτες της που είναι οι πολίτες. Αυτό το πρότεινα ένα πρωί στο Υπουργείο, σε μια τυχαία συνάντηση με βουλευτή της ΝΔ και αντέδρασε λέγοντας ότι αυτό θα χαντακώσει το Υπουργείο. Βλέπετε νοοτροπία…
Ναι, μπορεί την πρώτη χρονιά να πάρει το Υπουργείο συνολικά κάτω από την βάση, αλλά τον επόμενο χρόνο θα έρθει εξομάλυνση. Αυτό έχει δείξει η εμπειρία και διάφορες μελέτες που έχω διαβάσει. Όταν λοιπόν εξομαλυνθούν τα πράγματα σε δύο τρία χρόνια, ανοίγει η βεντάλια σε Γενικές Γραμματείες ή μεγάλες Οργανωτικές Μονάδες και εντοπίζουμε που χωλαίνει η διοίκηση κατά την άποψη των πολιτών, δηλαδή εργοδοτών των δημοσίων υπαλλήλων.
Με αυτή τη μέθοδο σε εύλογο χρονικό διάστημα θα φτάσουμε στις ατομικές αξιολογήσεις και τότε τα κριτήρια, εφ’ όσον υπάρξει συνέπεια και συνέχεια από την διοίκηση, θα είναι αποδεκτά από το προσωπικό χωρίς αντιδράσεις. Τότε θα μπορεί να εφαρμοστεί και διαφορετικό μισθολόγιο βάσει προσόντων και απόδοσης. Αυτό όμως τώρα είναι αδιανόητο γιατί το μισθολόγιο στο δημόσιο είναι καθαρά σοβιετικού τύπου. Ίση πληρωμή για ίση δουλειά λέγανε παλιά οι οπαδοί του ΚΚΕ και όχι μόνο. Δηλαδή ποια είναι η ίση δουλειά του κλητήρα με του ειδικού οικονομολόγου ή μηχανικού για παράδειγμα; Και όμως αυτή η νοοτροπία υπάρχει ακόμη στο δημόσιο.
Κλείνοντας το θέμα, επανέρχομαι στους καθηγητές που είναι οι μεγαλύτεροι πολέμιοι της αξιολόγησης. Δεν θέλουν να αξιολογηθούν αυτοί που αξιολογούν τα παιδιά μας. Και αν είσαι, κύριε καθηγητά μου, στουρνάρι και αφήνεις μέσα στην τάξη τους μαθητές να καπνίζουν και να μην κάνεις μάθημα πρέπει να σε αφήσουμε να χαντακώνεις τα παιδιά; Να κάτσετε να σας αξιολογήσουν οι μαθητές και όχι μόνο αυτό, αλλά οι μαθητές να δίνουν προαγωγικές και τα γραπτά να διορθωθώνονται από άλλους καθηγητές του ιδιωτικού τομέα ή αδιόριστους. Να δούμε τότε πόσα απίδια πιάνει ο σάκος. Αντί να ζητάτε να μπει μια τάξη στο σχολείο και να σας καλύψει το Υπουργείο απέναντι στην αυθαιρεσία και το bullying που σας ασκούν πολλοί οι μαθητές, τους χαϊδεύετε και έχουμε ένα σχολείο που παράγει αγράμματους που μπαίνουν στα πανεπιστήμια αγράμματοι, υποβαθμίζοντας όλο το εκπαιδευτικό εποικοδόμημα.

Αποδείξεις πολλές για αυτά που λέω, όπως τα αποτελέσματα της Ελληνικής PISA, οι διαπιστώσεις του ΕΚΠΑ για το ότι δεν μπορούν φοιτητές της φιλολογίας να κατανοήσουν κείμενο, η σφοδρή αντίθεσή σας στην «Τράπεζα Θεμάτων» με σαθρές δικαιολογίες. Ακόμη χειρότερα: δίνουν στο ΑΣΕΠ 11.500 υποψήφιοι για 822 θέσεις στην ΑΑΔΕ και πιάνουν την βάση μόνο οι 565 και αναγκάζεται το Υπουργείο να ρίξει τις βάσεις από τις 55 μονάδες στις 40; Δεν αισθάνεσθε ντροπή που ακόμη και με την πτώση των βάσεων θα μείνουν και 120 κενές θέσεις; Δεν αισθάνεσθε ντροπή να βγάζετε τόσο άχρηστους μαθητές, η αξιολόγηση σας μάρανε; Να ξέρετε, κύριοι καθηγητές, ότι κάνετε εθνική ζημιά και ζημιά σε κάθε φτωχό Έλληνα που θέλει το παιδί του όχι μόνο να σπουδάσει, αλλά να τελειώσει, να ξέρει τι του γίνεται στην κοινωνία, να είναι ικανό να επιβιώσει μόνο του και να μην είναι στην πατρική στέγη μέχρι τα σαράντα του.

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

Πήγαινε στην κορυφή